Το καθολικό
της Μονής του Σωτήρος Χριστού στο κέντρο της σύγχρονης πόλης, αποτελεί έναν από
τα σημαντικότερα μνημεία της βυζαντινής περιόδου. Σύμφωνα με την έμμετρη
επιγραφή που σώζεται πάνω από την κεντρική είσοδο του ναού, ο ναός άρχισε να
χτίζεται με χορηγία του
Ξένου Ψαλιδά και μετά το θάνατό του ολοκληρώθηκε από τη σύζυγό του, Ευφροσύνη,
το 1314/5. Η σταυροπηγιακή
μονή του
Σωτήρος Χριστού παραχωρήθηκε με χρυσόβουλο
του Ανδρόνικου Β’ Παλαιολόγου στον μοναχό Ιγνάτιο Καλόθετο τον Φεβρουάριο του
1314 και λειτούργησε ως ανεξάρτητη έως τουλάχιστον το 1338. Πριν το 1400 η μονή
προσαρτήθηκε στη Μεγίστη Λαύρα του Αγίου Όρους, ενώ σύμφωνα με τις επιγραφικές
μαρτυρίες που σώζονται στις τοιχογραφίες του 1727, το καθολικό
της μονής περιήλθε τελικά στη Μητρόπολη
της Βέροιας.
Ο ναός αποτελούσε αρχικά μονόχωρο ξυλόστεγο ναό με
ημιεξαγωνική κόγχη
στο ιερό και τρεις
θύρες, από μία σε κάθε πλευρά. Στις αρχές του 18ου αιώνα προστέθηκε κλειστό περίστωο
στο μνημείο περιμετρικά της βόρειας,
δυτικής και νότιας πλευράς του. Αργότερα, κατά την αναστήλωση του μνημείου τη
δεκαετία του 1950, το περίστωο
αυτό
αντικαταστάθηκε με ανοιχτό τοξωτό περίστωο. Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο του ναού είναι η εικονογράφησή του, η οποία αποτελεί έργο του ξακουστού ζωγράφου Γεωργίου Καλλιέργη που αποτέλεσε έναν από τους σημαντικότερους ζωγράφους–εκπροσώπους της παλαιολόγειας αναγέννησης. Οι τοιχογραφίες του κυρίως ναού αποτελούν ενιαίο εικονογραφικό πρόγραμμα του 1314/5, ενώ στους εξωτερικούς τοίχους σώζονται και μεταγενέστερες τοιχογραφίες των περιόδων 1326, 1355 και 1727.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου