Μισός αιώνας έχει περάσει από την έκδοση του πρώτου φύλλου του "Λαού". Ήταν 18 Ιανουαρίου 1965, επομένη της γιορτής του Πολιούχου της Βέροιας Αγίου Αντωνίου. Ο Ζήσης Χ. Πατσίκας, πρόσφατα εγκατεστημένος τότε στη Βέροια, μετά την απόφαση που είχε πάρει να μεταπηδήσει από την Αλεξάνδρεια στην πρωτεύουσα του Νομού, εξέδωσε μία εφημερίδα που θα κάλυπτε ολόκληρη την περιφέρεια της Ημαθίας. Η επιτυχημένη πορεία της "Αλεξάνδρειας" προδιέγραφε και την πορεία της νέας εβδομαδιαίας εφημερίδας.
Η δικτατορία, όμως, των συνταγματαρχών σταμάτησε την πορεία αυτή. Η
λογοκρισία των κειμένων από το αρμόδιο γραφείο του Β΄ Σ.Σ. ήταν
ασφυκτική και ο εκδότης του "Λαού" επόμενο ήταν να μην την αντέξει για
πολύ καιρό. Έτσι, το 1968 παίρνει την απόφαση με τα παιδιά του και
κλείνει την εφημερίδα. Τα μηχανήματα και τα εφόδια του τυπογραφείου
πουλήθηκαν όσο-όσο και ο "Λαός" εσήγησε μέχρι την αποκατάσταση της
δημοκρατίας στη χώρα μας. Στις 5 Αυγούστου 1974 επανεκδόθηκε και το 1977
η έκδοσή του έγινε καθημερινή. Ένα νέο κεφάλαιο άνοιξε στην ιστορία του "Λαού". Καθημερινή πλέον οι δημοσιογραφικοί αγώνες για επίλυση των
τοπικών και κοινωνικών προβλημάτων της Ημαθίας.
Από τότε συνεχίζει καθημερινά ο "Λαός" να βρίσκεται στις επάλξεις της
ενημέρωσης έχοντας καθιερωθεί επάξια στη συνείδηση των αναγνωστών του
ως η τοπική εφημερίδα με την την έγκυρη ενημέρωση.
Σε όλους όσους αυτά τα 50 χρόνια στάθηκαν δίπλα στο «Λαό» και τον
στήριξαν για να μπορεί να συνεχίζει το δρόμο του αδέσμευτος σε δύσκολους
καιρούς για ανεξάρτητες φωνές και σε όλους τους συνεργάτες του που με
τα δημοσιεύματά τους τόνωσαν όλα αυτά τα χρόνια και συνεχίζουν αν
ενισχύουν την εκδοτική δράση της εφημερίδας, ο "Λαός" εκφράζει τις πιο
θερμές του ευχαριστίες.
«Λ»
Ο ιδρυτής του “Λαού” Ζήσης Χ. Πατσίκας
Ο Ζήσης Χρήστου Πατσίκας γεννήθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου 1910 στο
ορεινό χωριό Νάματα (παληά Πιπιλίστα) της επαρχίας Βοίου του Νομού
Κοζάνης. Προερχόταν από κτηνοτροφική οικογένεια και είχε πέντε αδελφές
μεγαλύτερες από αυτόν.
Σε ηλικία 18 χρόνων και αφού όλες οι αδελφές του είχαν αποκατασταθεί
οικογενειακά έχασε τους γονείς του τους οποίους κυριολεκτικά λάτρευε. Το
γεγονός αυτό αλλά και το ατίθασο και ασυμβίβαστο του χαρακτήρα του μαζί
με την αποφασιστικότητα και τόλμη που πάντα τον διέκριναν, τον ώθησαν
να εγκαταλείψει το χωριό του, να υπηρετήσει σαν εθελοντής τη θητεία του
στην Αεροπορία και στη συνέχεια να καταταχθεί στο Σώμα της Χωροφυλακής.
Η κήρυξη του πολέμου το 1940 τον βρίσκει ενωμοτάρχη της χωροφυλακής
και αμέσως μαζί με άλλους οπλίτες της Χωροφυλακής, προωθείται στο μέτωπο
του πολέμου όπου και τραυματίζεται. Με την επικράτηση του Άξονα, ο
Ζήσης Πατσίκας συμμετέχει στον Αλμυρό του Βόλου σε ένα από τα πρώτα
μεγάλα σαμποτάζ κατά των Γερμανών (κάψιμο μεγάλης ποσότητας σταριού που
προοριζόταν για το γερμανικό στρατό). Οι Γερμανοί τον επικηρύσσουν και
αυτός κατορθώνει και φεύγει μαζί με έναν επίσης επικηρυγμένο (τον
αξιωματικό του πεζικού Ευαγγελίδη Μιλτιάδη) με μία βάρκα από τον
Αη–Γιάννη του Πηλίου.
Ελπίζουν να φθάσουν κάπου στην Τουρκία και από εκεί να κατέβουν στη
Μέση Ανατολή και να ενταχθούν στον ελεύθερο ελληνικό στρατό. Μετά από
περιπλανήσεις ενός μηνός, στο Αιγαίο και ενώ το καρυδότσουφλο που είχαν
τους έβγαλε ακόμη και στη... Χαλκιδική, έφθασαν στην ακτή της Τουρκίας
από όπου με τα ψεύτικα χαρτιά που είχαν φροντίσει να εφοδιαστούν (έκαναν
είτε τους εμπόρους λαδιού από τη Μυτιλήνη είτε τους Αμερικανούς
ομογενείς, κατάφεραν να γλιστρήσουν προς τα νότια (Παλαιστίνη), παρότι
στον Ζήση Πατσίκα δόθηκε εκεί στην Τουρκία η ευκαιρία να επιβιβασθεί σε
καράβι και να αναχωρήσει με προορισμό την Αμερική.
Στην Παλαιστίνη εντάσσεται σε κλιμάκιο ελληνικού στρατού και στη
συνέχεια φτάνει στο Κάιρο της Αιγύπτου όπου μετατάσσεται στο όπλο της
Αεροπορίας και σαν Αρχισμηνίας παίρνει μέρος σε αποστολές ελληνικών
πληρωμάτων στη μάχη του Ελ Αλ Αμέϊν καθώς και σε άλλα σημεία της Βόρειας
Αφρικής. Υπηρετεί στη συνέχεια σαν ανθυποσμηναγός στο Αρχηγείο της
Πολεμικής μας Αεροπορίας στο Κάιρο, όπου και γνωρίζεται με την ελληνικής
καταγωγής (Καστολλοριζιά) Αικατερίνη θυγατέρα Μιχαήλ Κότταρη, την οποία
και παντρεύεται το1943 στο Κάιρο. Μαζί της απέκτησε τέσσερα παιδιά.
Μετά την απελευθέρωση της χώρας μας αποστέλλεται για ένα χρονικό
διάστημα σαν αεροπορικός ακόλουθος στην πρεσβεία της Ελλάδος στο Κάιρο
και συμμετέχει σε διπλωματικές αποστολές σε χώρες της Ασίας και της
Αφρικής. Στη συνέχεια ως αξιωματικός διοικητικών υπηρεσιών υπηρετεί σε
διάφορες μονάδες της Αεροπορίας στο Λεκανοπέδιο της Αττικής. Την ίδια
περίοδο μαζί με άλλους αξιωματικούς ιδρύουν την πρώτη ομάδα
Αεροπροσκόπων στη χώρα μας. Για την εν γένει δράση του στην Αεροπορία
έλαβε πολλές τιμητικές διακρίσεις.
Αποστρατεύεται με δική του αίτηση έχοντας το βαθμό του Επισμηναγού το
έτος 1958 και μετά από 3 χρόνια (το 1961) αποφασίζει και μεταφέρει την
οικογένεια του (σύζυγο και τέσσερα παιδιά) στην Αλεξάνδρεια της Ημαθίας,
όπου βρισκόντουσαν εγκατεστημένα από ετών ανίψια του από αδελφές καθώς
και άλλοι συγγενείς του. Ήρθε χωρίς κανένα περιουσιακό στοιχείο, με μόνο
εφόδιό του τη δύναμη για δημιουργία.
Είχε ήδη κάνει το “πλάνο” στο μυαλό του προ ενός έτους (τό 1960) όταν
είχε επισκεφθεί για λίγες μέρες τους συγγενείς του στην Αλεξάνδρεια: Θα
έφτιαχνε τυπογραφείο και θα εξέδιδε τοπική εφημερίδα. Η δημοσιογραφική
δουλειά δεν του ήταν άγνωστη, αφού τόσο στο Κάιρο, όσο και στην Αθήνα
είχε ασχοληθεί με την έκδοση εντύπων αεροπορικού και εθνικού
περιεχομένου. Έτσι ίδρυσε την πρώτη εφημερίδα του Ρουμλουκιού (την
ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ) την οποία τύπωνε στην αρχή στο τυπογραφείο του “ΦΡΟΥΡΟΥ ΤΗΣ
ΗΜΑΘΙΑΣ” στη Βέροια (απέναντι από την Μητρόπολη) και στη συνέχεια, όταν
έβγαλε λίγα χρήματα αλλά και με ορισμένα δανεικά, έφτιαξε δικό του
τυπογραφείο στην Αλεξάνδρεια.
Μέσα σ’ αυτό το τυπογραφείο, τα χρόνια 1961 - 1966, μεγάλωσαν τα
παιδιά του και “μυήθηκαν” στην τυπογραφία-δημοσιογραφία. Το Ρουμλούκι
αγκάλιασε την τοπική εφημερίδα του, που περιείχε μαχητική αρθρογραφία
υπέρ των αγροτών και κυρίως υπέρ της αποκατάστασης των ακτημόνων
καλλιεργητών. Με ποδήλατο αρχικά και με μηχανάκι στη συνέχεια ο Ζήσης
Πατσίκας, έκανε ο ίδιος τη διανομή της εφημερίδας του και στο πιο
απομακρυσμένο χωριό του Ρουμλουκιού, ακόμη και τις βαριές χειμωνιάτικες
μέρες, οδηγώντας πάνω στους γεμάτους λάσπη δρόμους των χωριών. Ήθελε
πάντα να έρχεται ο ίδιος σε επαφή με τους αναγνώστες του, να τους
ρωτήσει για τα προβλήματά τους, να τους δώσει να καταλάβουν ότι τώρα
έχουν τη δική τους φωνή.
Το 1965 αποφασίζει να κάνει ένα ακόμη άλμα. Ίσως ένοιωθε ότι τα όρια
της Αλεξάνδρειας ήταν στενά για τη δημοσιογραφική του δραστηριότητα, γι’
αυτό αποφασίζει να εκδώσει εφημερίδα στη Βέροια που θα κάλυπτε ολόκληρο
το Νομό. Έτσι στις 18 Ιανουαρίου 1965 κυκλοφορεί το πρώτο φύλλο του
“ΛΑΟΥ” που εντυπωσιάζει για την πληρότητα της ύλης του και την
καλαίσθητη εμφάνιση του.
Με ουσιαστικούς συμπαραστάτες στη νέα του προσπάθεια τα τέσσερα
παιδιά του και με βασικό συνεργάτη του και πρώτο διευθυντή σύνταξης του
«ΛΑΟΥ» το δικηγόρο Γιώργο Χιονίδη (συνεργάτη και στην ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ),
μεταφέρει το τυπογραφείο του στη Βέροια αρχικά στην οδό Μητροπόλεως,
κάτω από το Δημόσιο Ταμείο και στη συνέχεια φέρνει στη Βέροια και την
οικογένεια του. Συγχρόνως, (έτος 1966) διορίζεται και διευθυντής της
Τεχνικής Σχολής Μαθητείας Βέροιας (του Υπουργείου Εργασίας), όπου
εργάζεται με ζήλο και κάνει τη Σχολή πρότυπο τεχνικής σχολής όχι μόνο
για τη Βέροια, αλλά και για ολόκληρη τη χώρα.
Το έτος 1968, λόγω της ασφυκτικής πίεσης με την προληπτική λογοκρισία
που ασκούσε η δικτατορία στην εφημερίδα του αλλά και του σκόπιμου
αποκλεισμού του “ΛΑΟΥ” από κάθε κρατική καταχώρηση που βάσει του νόμου
εδικαιούτο (“δημοσιευθήτω αδαπάνως διά το Δημόσιον”), ο Ζήσης Πατσίκας
παίρνει την απόφαση και κλείνει την εφημερίδα του.
Σαν τώρα τον θυμούνται τα παιδιά του να μπαίνει στο μικρό τυπογραφείο
της οδού Μητροπόλεως 22 - επιστρέφοντας από το Β’ ΣΣ όπου είχε πάει το
υπό εκτύπωση φύλλο του “ΛΑΟΥ” στον αρμόδιο συνταγματάρχη - και να λέει
στα παιδιά του που ήταν σκυμμένα πάνω από τους “γαλέδες” και το
πιεστήριο: “Λοιπόν παιδιά σταματήστε, ο “ΛΑΟΣ” δεν θα ξαναεκδοθεί”.
Πράγματι από εκείνη την ημέρα ο “ΛΑΟΣ” έκλεισε και τα μηχανήματα -
υλικά εκποιήθηκαν όσο - όσο. Χαρακτηριστικό είναι ότι για το πιεστήριο
του “ΛΑΟΥ” βγήκε από το Β’ΣΣ απαγορευτική διαταγή μεταφοράς του σε άλλο
μέρος και ο Ζήσης Πατσίκας αναγκάσθηκε να κρατάει νοικιασμένο το κλειστό
οίκημα του τυπογραφείου μέχρι το 1974, οπότε τελικά με συνοδεία ανδρών
της Ασφαλείας το μετέφερε στη ΒΙΟΧΑΛΚΟ και το πούλησε για παλιοσίδερα
(πήρε περίπου 2.000 δρχ.)!!
Με την πτώση της δικτατορίας αποφασίζει την επανέκδοση του “ΛΑΟΥ”.
Έτσι στις 5 Αυγούστου 1974 κυκλοφορεί το πρώτο φύλλο του “ΛΑΟΥ” τυπωμένο
στη Θεσσαλονίκη, στο τυπογραφείο της οδού Αντιγονιδών του Αγησίλαου
Σούλα και με πρώτο γραφείο της εφημερίδας στη Βέροια, ένα δωμάτιο του
σπιτιού του στην οδό Γ. Κυρίμη 3 (ήδη Κωττουνίου).
Νέοι αγώνες υπέρ των αγροτών και μαχητική αρθρογραφία για το
στέργιωμα της δημοκρατίας αλλά και για το εθνικό θέμα της Κύπρου. Αφού
ταλαιπωρήθηκε αυτός και τα παιδιά του για δύο χρόνια σε τυπογραφεία
άλλων πόλεων, τελικά φτιάχνει στη Βέροια τυπογραφείο με σύγχρονα για την
εποχή μηχανήματα και έτσι ο “ΛΑΟΣ” εκδίδεται πλέον σε δικές του
εγκαταστάσεις (στο ισόγειο της οδού Μητροπόλεως 72.
Το 1977 με τη συμπαράσταση των παιδιών του παίρνει άλλη μία μεγάλη
απόφαση και μετατρέπει την εφημερίδα του σε καθημερινή και το 1980
παραχωρεί την ιδιοκτησία και έκδοση της εφημερίδας στα παιδιά του,
αποσυρόμενος (σε ηλικία 70 χρόνων) από τη μάχιμη δημοσιογραφία.
Ο Ζήσης Πατσίκας έφυγε από τη ζωή ξαφνικά στις 21 Νοεμβρίου 1987 από
έμφραγμα του μυοκαρδίου. Έφυγε όρθιος, όπως πάντα όρθιος στάθηκε και με
το κεφάλι ψηλά σε όλη του τη ζωή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου